Περάστε μέσα, παρακαλώ, μη στέκεστε στην πόρτα!

Καλώς όρισες στο προσωπικό μου blog. Σε περίπτωση που αναρωτιέσαι για τον τίτλο, αυτός έχει προέλθει από το τραγούδι "Πάρτυ στον 13 Όροφο" των Τρυπών (κατά την ταπεινή μου άποψη, το κορυφαίο ελληνικό ροκ συγκρότημα).

Σε αυτή την ιστοσελίδα σκοπεύω να αναρτώ γνώμες, ειδήσεις και αφιερώματα ποικίλης ύλης. Κυρίως, όμως, θα ήθελα και τη δική σου συμμετοχή για τα θέματα που σ' ενδιαφέρουν! Θα πρέπει ωστόσο να σέβεσαι τις απόψεις του υπογράφοντος, αλλά και των άλλων συνομιλητών. Αλλιώς, οι αγαπητοί κύριοι Vega και Winnfield, θ' αναλάβουν δράση...

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα μουσική. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα μουσική. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Τετάρτη 23 Μαρτίου 2016

Ένα Καραβάνι με Βίντατζ Ροκάδες

Σε έναν μήνα από τώρα, θα εμφανιστούν στην Ελλάδα για πρώτη φορά οι Vintage Caravan, μια hard rock μπάντα από την Ισλανδία με έντονα ψυχεδελικά στοιχεία. Με πολλές συναυλίες στην Ευρώπη και επιρροές από Led Zeppelin, Deep Purple, Cream, Mastodon και Rush, οι Vintage Caravan είναι ένα από τα κυριότερα retro rock συγκροτήματα που δραστηριοποιούνται στις μέρες μας.
Από αριστερά προς δεξιά: Ágústsson, Ari και Númason
Σχηματίστηκαν το 2006 από τους Óskar Logi Ágústsson (φωνητικά, κιθάρα) και Guðjón Reynisson (ντραμς), ενώ ακόμα ήταν μαθητές. Η σοβαρή τους ενασχόληση ξεκίνησε ουσιαστικά το 2009 και δύο χρόνια αργότερα δημοσίευσαν οι δυο τους τον πρώτο τους δίσκο, που φέρει το όνομα της μπάντας.

Το 2012 μπήκε στο παιχνίδι και ο μπασίστας Alexander Örn Númason. Λίγο αργότερα έβγαλαν το άλμπουμ Voyage και αμέσως μετά υπέγραψαν με την γνωστή Nuclear Blast. Το Voyage επανακυκλοφόρησε και το συγκρότημα έδωσε συναυλίες σε πολλές χώρες, με αποκορύφωμα το διάσημο Wacken Open Air. Μετά τα tours εγκαταστάθηκαν στο Sønderborg της Δανίας. Στις αρχές του 2015 ο Reynisson αποχώρησε από το σχήμα και αντικαταστάθηκε από τον Stefán Ari. Ο τρίτος δίσκος, Arrival, κυκλοφόρησε το ίδιο έτος.

Οι Vintage Caravan σε συναυλία στη Φρανκφούρτη το 2014
Οι Vintage Caravan συνοδεύονται από τη φήμη των ενεργητικών και ενθουσιωδών performers. Στα video clips είναι αλήθεια ότι φαίνεται η τρέλα τους. Μένει να το εξακριβώσουμε και στην σκηνή του An Club.




Τετάρτη 17 Φεβρουαρίου 2016

Appalachian Cobra Worshipers

Η μουσική των ορεινών περιοχών της Αμερικής, με φυσαρμόνικα, μπάντζο και κιθάρα, βγάζει μια περίεργη μελαγχολία, ιδιαίτερα δύσκολο να μιμηθεί από μη Αμερικανούς. Κι όμως οι Appalachian Cobra Worshipers καταφέρνουν να την αποδώσουν τέλεια. Σύμφωνα με τους ίδιους η μουσική που παίζουν ανήκει στα swamp blues, trash country και dirty Gospel.

Ιδρύθηκαν στην Αθήνα, πιθανώς το 2014, από τους Μανώλη Αγγελάκη (κιθάρα, φωνητικά), Στάθη Ιωάννου (μπάντζο, κιθάρα), Γιώργο Τσαλκίδη (κοντραμπάσο, φωνητικά) και Μάριο Σαρακηνό (ντραμς). Δεν έχουν βγάλει κάποιο δίσκο ακόμα, αλλά έχουν εμφανιστεί σε διάφορα live, με σημαντικότερο το support που έκαναν στον CW Stoneking το 2015. Όλα τους τα τραγούδια είναι διασκευές ξένων ροκ και folk κομματιών, στα οποία προσδίδουν αυτή την hillbilly αισθητική, που μυρίζει παράνομο bourbon και φρέσκα φύλλα καπνού.





Κυριακή 3 Ιανουαρίου 2016

Avanti Maestri!

Από τα πρώτα κιόλας βήματα του κινηματογράφου, η μουσική έπαιζε καταλυτικό ρόλο στις ταινίες. Δεν είναι, άλλωστε, λίγες οι φορές που το soundtrack έχει ξεπεράσει τη σημασία της σκηνοθεσίας ή του σεναρίου. Και ευτυχώς, υπάρχουν αναρίθμητοι συνθέτες που μας προσφέρουν υπέροχες μουσικές, μέσα από περισσότερο ή λιγότερο υπέροχες ταινίες. Παρακάτω αναφέρω τις προσωπικές μου αδυναμίες.

6. Joe Hisaishi (1950 - )

Ο ένας εκ των δύο Ιαπώνων της λίστας. Ο πολυβραβευμένος Joe Hisaishi έχει αφήσει εποχή με τις μελωδίες του για τις anime ταινίες του Hayao Miyazaki, από τις οποίες ξεχωρίσουν τα Spirited Away (2001), Howl's Moving Castle (2004), Ponyo (2008) και The Wind Rises (2013). Επιπλέον, έχει συνεργαστεί με τους Takeshi Kitano, Yojiro Takita και Isao Takahato, για τις ταινίες Sonatine (1993), Hana-bi (1997), Kikujiro (1999), Dolls (2002), Okuribito (2008) και The Tale of Princess Kaguya (2013).


5. Shigeru Umebayashi (1951 - )


Πρώην μέλος ροκ μπάντας, ο βραβευμένος Ιάπωνας συνθέτης έχει γράψει μουσική για πάνω από εβδομήντα ταινίες, ντοκιμαντέρ και τηλεοπτικές σειρές. Έχει διαγράψει μάλιστα μια πραγματικά διεθνή καριέρα, αφού οι νότες του έχουν ντύσει ταινίες όχι μόνο από την πατρίδα του, αλλά και την Κίνα, το Χονγκ Κονγκ, το Μεξικό, τη Σερβία και τις ΗΠΑ. Ανάμεσα στα πιο γνωστά του soundtracks είναι αυτά για τις ταινίες Yumeji (1991), House of the Flying Daggers (2004), 2046 (2004) και The Grandmaster (2013).


4. Luis Bacalov (1933 - )


Ένας σχετικά άγνωστος συνθέτης, παρότι έχει κερδίσει πολλά βραβεία, συμπεριλαμβανομένου κι ενός Όσκαρ. Γεννημένος στην Αργεντινή, με βουλγαρικές ρίζες, ο Bacalov έχει γράψει μουσική για διάφορα είδη ταινιών, από spaghetti western μέχρι θρησκευτικά δράματα. Έχει συνεργαστεί με σκηνοθέτες όπως οι Sergio Corbucci, Federico Fellini και Pier Paolo Pasolini. Κάποια από τα σημαντικότερα soundtrack του είναι αυτά των ταινιών Il Vangelo Secondo Matteo (1964), Django (1966), Il Grande Duelo (1972) και Il Postino (1994).


3. Gustavo Santaolalla (1951 - )


Ο έτερος Αργεντινός της λίστας. Έχει κερδίσει, μεταξύ άλλων, δύο Όσκαρ και μάλιστα σε δύο συνεχόμενες χρονιές, για τις ταινίες Brokeback Mountain (2005) και Babel (2006). Γνωστός για την συχνή χρήση παραδοσιακών έγχορδων οργάνων, ο Santaolalla είναι σίγουρα ένας από τους σημαντικότερους μουσικοσυνθέτες ταινιών των ημερών μας. Η μουσική του ακούγεται σε ταινίες όπως οι Amores Perros (2000), 21 Grams (2003), Diarios de Motocicleta (2004) και Biutiful (2010), αλλά και στο πολυβραβευμένο video game The Last of Us (2013).


2. Nino Rota (1911 - 1979)


Ένας από τους διασημότερους συνθέτες ταινιών. Συνεργάστηκε με τεράστια ονόματα του παγκόσμιου σινεμά, αλλά ένα μεγάλο μέρος της δουλειάς του παραμένει άγνωστο στο ευρύ κοινό. Πάνω από εκατό ταινίες, τηλεοπτικές σειρές, τηλεταινίες και ντοκιμαντέρ έχουν επενδυθεί με μουσικές του σπουδαίου Ιταλού. Μεταξύ όλων αυτών, ξεχωρίζουν τα soundtrack των ταινιών La Dolce Vita (1960), 8 1/2 (1963), Il Gattopardo (1963), Romeo and Juliet (1968) και φυσικά των The Godfather (1972) και The Godfather Part II (1974).


1. Ennio Morricone (1928 - )


Ο αειθαλής Morricone έχει καταφέρει να συνδυάσει με απίστευτο τρόπο την ποιότητα με την ποσότητα. Με πάνω από 500 συνθέσεις για το σινεμά και την τηλεόραση, έχει γράψει μουσική για κάθε κινηματογραφικό είδος. Η δισκογραφία του περιλαμβάνει μερικά από τα πιο αναγνωρίσιμα soundtracks, όπως τα Le Professionel (1981), The Thing (1982), The Mission (1986), The Untouchables (1987), Cinema Paradiso (1988) και πολλά άλλα. Και, βέβαια, στην κορυφή οι μουσικές του για τις ταινίες του φίλου του Sergio Leone Per un Pugno di Dollari (1964), Per Qualche Dollaro in Più (1965), Il Buono, il Brutto, il Cattivo (1966), C'era una volta il West (1968) και C'era una volta in America (1984).

Τρίτη 29 Δεκεμβρίου 2015

R.I.P. Lemmy


Τα λόγια είναι φτωχά για τον metal θεό που ακούει στο όνομα Lemmy. Ας μιλήσει η μουσική του γι' αυτόν.







Δεν μετανιώνω για τίποτα στην καριέρα μου, ούτε και στον τρόπο που έζησα. Όλα τα όνειρά μου έγιναν πραγματικότητα. Δεν υπάρχουν πολλοί που να μπορούν να το πουν αυτό...

Σάββατο 18 Απριλίου 2015

Brother Dege

Ο Κουέντιν Ταραντίνο είναι γνωστός για τις εξαίρετες μουσικές επιλογές στα έργα του. Στις ταινίες του έχουν ακουστεί από μελωδίες του Ένιο Μορικόνε, μέχρι ξεχασμένα ροκ τραγούδια και hip-hop κομμάτια. Στο soundtrack της τελευταίας του ταινίας, Django Unchained, περιέλαβε έναν άγνωστο μουσικό, με ήχο βγαλμένο από τα βάθη του Αμερικανικού Νότου: τον Brother Dege.

O Brother Dege, γνωστός και ως Dege Legg, κατάγεται από το Λαφαγιέτ της Λουιζιάνα και παίζει μουσική από τη δεκαετία του '90. Ο ίδιος αποκαλεί αυτό που παίζει «psyouthern» και είναι ένα κράμα πολλών μουσικών, κυρίως folk, Delta blues και rock. Έχει κατά καιρούς σχηματίσει ή συνεργαστεί με διάφορες μπάντες. Έχει στο ενεργητικό του 12 δίσκους, από τους οποίος οι μισοί είναι προσωπικοί. Εκτός όμως από τη μουσική ασχολείται και με τη λογοτεχνία, καθώς έχει γράψει δύο βιβλία.




Παρασκευή 13 Μαρτίου 2015

Μουλάτου Αστάτκε - Ο Πατέρας της Αιθιοτζάζ

Μπορεί το όνομα αυτό να μη σας λέει πολλά, όμως είναι σχεδόν σίγουρο ότι έχετε ακούσει κάποιο από τα τραγούδια του. Ο λόγος για τον Μουλάτου Αστάτκε, έναν μουσικό γεννημένο στην πόλη Τζίμα της Αιθιοπίας, αλλά μορφωμένο στη Μεγάλη Βρετανία και τις ΗΠΑ. Θεωρείται ευρέως ως ο δημιουργός της λεγόμενης ethio-jazz, μιας μείξης τζαζ και λατινοαμερικάνικης μουσικής με τις μουσικές παραδόσεις της πατρίδας του.

Ο Αστάτκε γεννήθηκε το 1943 σε μια πλούσια οικογένεια. Το 1959 ξεκίνησε τις μουσικές σπουδές του στην Ουαλία και αργότερα στην Αγγλία. Γύρω στα 1960 μετακόμισε στη Βοστώνη, όπου έγινε ο πρώτος φοιτητής από την Αφρική που έγινε δεκτός στο Μουσικό Κολέγιο του Μπέρκλι. Το 1966 έβγαλε τον πρώτο του δίσκο, ο οποίος περιείχε στοιχεία από τζαζ και ρυθμούς της Λατινικής Αμερικής.

Ο Αστάτκε σε συναυλία στη Σλοβενία
Στις αρχές της επόμενης δεκαετίας γεννήθηκε μέσα από τις μουσικές του η αιθιοπική τζαζ ή αιθιο-τζαζ. Χαρακτηριστικό της μουσικής αυτής ήταν η έντονη χρήση των κρουστών κόνγκα και μπόνγκο, καθώς και η χρήση της παραδοσιακής πεντατονικής κλίμακας της αιθιοπικής μουσικής. Μέχρι σήμερα, έχει κυκλοφορήσει δεκαοχτώ δίσκους, είτε προσωπικούς, είτε σε συνεργασία με άλλους μουσικούς.




Δευτέρα 22 Δεκεμβρίου 2014

Thanks Mr. Cocker!

Την τελευταία του πνοή άφησε σήμερα ο Τζο Κόκερ, ύστερα από μακροχρόνια μάχη με τον καρκίνο των πνευμόνων. Ο Κόκερ υπήρξε ένας σπουδαίος μουσικός, με τραγούδια όπως Unchain my Heart, With a Little Help from my Friends και You Are so Beautiful. Παράλληλα, όμως, ήταν κι ένας ταπεινός και ήρεμος άνθρωπος. Ένας ροκ σταρ, όχι όπως τον εννοούν πια. Δεν είχε τραβήξει πάνω του τα ΜΜΕ ή το κοινό με ξέφρενα πάρτι, ναρκωτικά και ποτό.

Η επιτυχία ήρθε για τον Κόκερ το 1969 με την κυκλοφορία του With a Little Help from my Friends, ένα cover του τραγουδιού των Beatles, με τους οποίους είχε εξαιρετικές σχέσεις. Συμμετείχε στο θρυλικό Γούντστοκ και στην πολυετή καριέρα του κυκλοφόρησε σχεδόν δυο ντουζίνες άλμπουμ και πολλά επιτυχημένα τραγούδια.




Δευτέρα 22 Σεπτεμβρίου 2014

The Rumjacks

Οι Rumjacks είναι ένα συγκρότημα από το Σίδνεϊ της Αυστραλίας. Παίζουν αυτό που ονομάζεται celtic punk, στην ουσία πανκ ροκ αναμεμειγμένο με τις μουσικές παραδόσεις της Σκωτίας και κυρίως της Ιρλανδίας. Παρότι δεν έχουν αποκτήσει τη φήμη άλλων παρόμοιων συγκροτημάτων, όπως οι Dropkick Murphys και οι Flogging Molly, έχουν ήδη βάλει τη τζίφρα τους πάνω σε αυτό το ενδιαφέρον είδος.

Από αριστερά προς δεξιά:
Gabriel Whitbourne (κιθάρα), Adam Kenny (μπάντζο, μαντολίνο, μπουζούκι),
Frankie McLaughlin (φωνητικά, μποντράν, Ιρλανδικό φλάουτο),
Anthony Matters (ντραμς), Johnny McKelvey (μπάσο)
Το συγκρότημα σχηματίστηκε το 2008 και την ίδια χρονιά έβγαλαν το πρώτο του ντέμο, Hung, Drawn and Ported. Πραγματοποιήθηκαν αρκετές αλλαγές στα μέλη και ξεκίνησαν να τραγουδούν σε παμπ της χώρας τους. Τον επόμενο χρόνο κυκλοφόρησε το πρώτο τους EP, το Sound as a Pound.

Το 2010 ήρθε ο δίσκος Gangs of New Holland. Περιέχει τα πιο γνωστά τους τραγούδια, όπως τα An Irish Pub Song και Uncle Tommy, τα οποία τους έχουν κάνει αρκετά δημοφιλείς στο YouTube. Γρήγορα έγιναν γνωστοί για τις συναυλίες τους, στις οποίες βγάζουν πολλή ενέργεια. Έχουν μάλιστα μοιραστεί τη σκηνή με ονόματα όπως οι Gogol Bordello, οι Guttermouth και οι Dropkick Murphys. Το 2012 κυκλοφόρησε το single Crosses for Eyes.




Σάββατο 12 Ιουλίου 2014

Bye Bye Tommy

Απεβίωσε χθες στα 62 του χρόνια ο ντράμερ και ιδρυτικό μέλος του πανκ συγκροτήματος Ramones, Tommy Ramone, μετά από μακρά μάχη με τον καρκίνο. Ο Tommy ήταν το μοναδικό εν ζωή μέλος της πρώτης σύνθεσης της θρυλικής μπάντας, αφού τα υπόλοιπα μέλη έχουν πεθάνει από τις αρχές της προηγούμενης δεκαετίας.

Ο Tamás Erdélyi, όπως ήταν το πραγματικό του όνομα, είχε γεννηθεί στη Βουδαπέστη από Εβραίους γονείς που είχαν γλιτώσει το θάνατο στα χέρια των Ναζί. Μεγάλωσε στο Κουίνς της Νέα Υόρκης, όπου ζούσαν και τα υπόλοιπα μέλη της μπάντας. Αρχικά προοριζόταν για μάνατζερ των Ramones, αλλά τελικά κάθισε πίσω από τα ντραμς. Αργότερα αντικαταστάθηκε από τον Marky Ramone, αλλά συνέχισε να συνεργάζεται μαζί τους ως μάνατζερ, ενώ ήταν παραγωγός σε κάποιους δίσκους τους. Ο Tommy συνεργάστηκε επίσης με τους Replacements και Redd Kross, ως παραγωγός.

Ακολουθούν μερικά από τα τραγούδια των Ramones, στα οποία συμμετείχε ο Tommy ως στιχουργός και συνθέτης:




Πέμπτη 10 Ιουλίου 2014

Η Ελληνική Stoner Rock Σκηνή

Το stoner rock ή stoner metal, είναι ένα σχετικά νέο υποείδος της ροκ/μέταλ μουσικής, που εδώ και λίγα χρόνια γνωρίζει μια τρομερή άνθηση στην Ελλάδα. Πολλές ταλαντούχες μπάντες έχουν ξεπηδήσει και μερικές από αυτές έχουν για τα καλά ταράξει τα νερά της εγχώριας σκηνής. Το γεγονός αυτό οδήγησε ένα φίλο μου, πιο μπασμένο στα πράγματα, να μου πει αστειευόμενος πριν 2-3 χρόνια: «Το stoner rock μπορεί πλέον να συγκαταλέγεται στην ελληνική παραδοσιακή μουσική».

Nightstalker, το συγκρότημα-θρύλος
Η αρχή έγινε με τους Nightstalker, ένα συγκρότημα που ιδρύθηκε το 1989 και έγινε γνωστό στο ευρύ κοινό περίπου το 2000. Ξεκίνησαν τη δισκογραφία τους μ' ένα demo το 1991 και μέχρι σήμερα έχουν βγάλει τέσσερις ανεπανάληπτους δίσκους, με τεράστια επίδραση σε μεταγενέστερες μπάντες. Αποτελούν πλέον μια από ιστορικότερες και συνεπέστερες ροκ/μέταλ μπάντες στη χώρα μας και τους αδιαμφισβήτητους «πατριάρχες» της ελληνικής stoner rock σκηνής.

Η δεκαετία του 1990 πέρασε χωρίς να υπάρχει κάποιος σημαντικός εκπρόσωπος του είδους. Κατά την επόμενη δεκαετία όμως κάτι άρχισε ν' αργοσαλεύει. Μπάντες που ιδρύθηκαν γύρω στο 1999, όπως οι Planet of Zeus και Lord 13, έβγαλαν δίσκους και τα τραγούδια τους άρχισαν να τραγουδιούνται από τους ροκομεταλλάδες σε όλη τη χώρα. Από τα μέσα της δεκαετίας κι έπειτα άρχισαν να δραστηριοποιούνται μπάντες όπως οι Lucky Funeral και οι 1000mods. Εκεί ήταν που έγινε το μεγάλο μπαμ, υποβοηθούμενο και από το δίσκο των ανανεωμένων Nightstalker, Superfreak, που κυκλοφόρησε το 2009.

Planet of Zeus, οι ασταμάτητοι
Από εκείνη την περίοδο και μετά το είδος αυτό αποκτά συνεχώς νέους οπαδούς και διάφορα συγκροτήματα ιδρύονται. Σήμερα οι Planet of Zeus θεωρούνται επάξια η ναυαρχίδα του ελληνικού ροκ/μέταλ, έχοντας αποσπάσει τα καλύτερα λόγια από τον εγχώριο και διεθνή τύπο, αλλά και τον Μπρους Ντίκινσον των Iron Maiden. Έχουν βγάλει τρία άλμπουμ, ενώ είναι γνωστοί για τις δυναμικές συναυλίες τους, όπου επικρατεί το σύνθημα «Σεξ και βία στον πλανήτη Δία!».

Οι 1000mods live στα Τρίκαλα
Οι Lucky Funeral, αν και πλέον έχουν απομακρυνθεί κάπως από τις stoner ρίζες του, συνεχίζουν να μας χαρίζουν δυνατά τραγούδια (και πανέμορφα εξώφυλλα στα albums) και να οργώνουν την Ευρώπη. Οι 1000mods εκπροσωπούν επάξια τη λεγόμενη ελληνική επαρχία με δύο ατμοσφαιρικούς δίσκους. Οι Lord 13 έχουν εδραιωθεί ως μια από τις πιο έμπειρες ελληνικές μπάντες. Πολλά είναι όμως και τα μικρότερα συγκροτήματα (Bull Doza, Beyond Perception, Speedblow, Weird Totem, Heritage κ.ά.) σε όλη την Ελλάδα, που προσπαθούν  να διακριθούν. Σίγουρα κάποιες από αυτές έχουν τα φόντα.

Δευτέρα 23 Ιουνίου 2014

Clutch

Με αφορμή την αυριανή τους συναυλία στην Αθήνα, στην οποία δε θα παρευρίσκομαι [sic], σκέφτηκα να γράψω ένα μίνι αφιέρωμα στους Clutch. Σχηματίστηκαν το 1990 στο Germantown του Μέριλαντ, με επιρροές από Captain Beefheart, Bad Brains, Black Sabbath, Prong και Led Zeppelin.

Από αριστερά προς τα δεξιά:
Tim Sult (κιθάρα), Dan Maines (μπάσο),
 Jean-Paul Gaster (ντραμς), Neil Fallon (φωνητικά, κιθάρα, πλήκτρα)
Η μπάντα γρήγορα απέκτησε φήμη για τις πολλές συναυλίες της. Το 1991 έβγαλαν το πρώτο τους EP, το Pitchfork, ενώ η επιτυχία ήρθε το 1995 με το άλμπουμ που έφερε τ' όνομά τους. Έκτοτε, έχουν βγάλει οκτώ δίσκους και αρκετά live και compilation albums. Ανάμεσά τους ξεχωρίζουν τα Blast Tyrant (2004), Robot Hive/Exodus (2005) και Earth Rocker (2013).

Οι Clutch live το 2007
Οι Clutch συνεχίζουν να κάνουν πολλά και μακρά tour. Σύμφωνα με τον Neil Fallon, αυτό που τους κρατά φρέσκους είναι το γεγονός ότι προτιμούν να αποτύχουν σε κάτι νέο, παρά ν' ακολουθήσουν την ασφάλεια της πεπατημένης οδού. Ενδιαφέρον παρουσιάζει το γεγονός ότι διάφορα τραγούδια του συγκροτήματος έχουν χρησιμοποιηθεί σε ταινίες και τηλεοπτικές σειρές (Escape from L.A.Sons of Anarchy, The Walking Dead κά), βιντεοπαιχνίδια (Tony Hawk's Underground, Hitman: Contracts, Need for Speed: ProStreet κά), διαφημιστικά και αλλού.




Κυριακή 25 Μαΐου 2014

Η Μεγάλη της Reggae Σχολή

Το καλοκαίρι μας χτυπάει την πόρτα, ώρα λοιπόν ν' ασχοληθούμε με το πλέον καλοκαιρινό είδος μουσικής. Η reggae έκανε την εμφάνισή της στα τέλη του 1960, έχοντας επηρεαστεί από παλαιότερα μουσικά είδη της Τζαμάικα, κυρίως το ska και το rocksteady. Ήδη από τις αρχές της δεκαετίας του 1980 πολλοί Τζαμαϊκανοί μουσικοί απολαμβάνουν παγκόσμια φήμη, ενώ τις τελευταίες δύο δεκαετίες δραστηριοποιούνται πολλοί καλλιτέχνες από άλλες χώρες.


Παρότι, δυστυχώς, έχει ταυτιστεί με το κάπνισμα μαριχουάνας, η reggae είναι πολλά περισσότερα. Λόγω της σύνδεσής της με τη θρησκεία του Ρασταφαριανισμού, πολλά τραγούδια διαθέτουν μια σπάνια και πανανθρώπινη πνευματικότητα. Δε χρειάζεται να πιστεύεις στα δόγματα του Ρασταφαριανισμού για να συμφωνείς με το One Love του Bob Marley ή το What is Life των Black Uhuru. Παράλληλα, όπως κάθε γνήσια λαϊκό είδος μουσικής, μιλάει για απλά, καθημερινά πράγματα που ομορφαίνουν τη ζωή μας. Και η χαλαρωτική μουσική του, το riddim που λένε οι Τζαμαϊκανοί, σε παρασέρνει και σε αναζωογονεί.

Ακολουθούν οι 5 αγαπημένοι μου μουσικοί του είδους αυτού.

5. Eek-A-Mouse (1957 - )

Ο Ρίπτον Τζόζεφ Χίλτον, όπως ονομάζεται, είναι ενεργός από το 1975, αλλά η επιτυχία του χτύπησε την πόρτα μόλις στα τέλη της δεκαετίας του '80. Είναι ένας από τους πρώτους και σημαντικότερους μουσικούς της reggae που συνδέθηκε με το στυλ singjay. Γνωστός για την παραβατική του συμπεριφορά, ο Eek-A-Mouse έχει κυκλοφορήσει πάνω από μια ντουζίνα studio albums και είναι δημοφιλής σε Η.Π.Α. και Ηνωμένο Βασίλειο.

4. Don Carlos (1952 - )

Γεννημένος σε μια από τις πιο υποβαθμισμένες συνοικίες του Κίνγκστον, ο Ντον Κάρλος (Έρβιν Σπένσερ) ξεκίνησε την καριέρα του το 1973, τραγουδώντας με το φημισμένο συγκρότημα Black Uhuru. Στις αρχές της δεκαετίας του 1980 ακολούθησε σόλο καριέρα, βρίσκοντας σχεδόν αμέσως επιτυχία. Στο ενεργητικό του έχει δεκάδες άλμπουμ και συναυλίες σε όλο τον κόσμο. Μέχρι σήμερα παραμένει ένα από τους δημοφιλέστερους μουσικούς της reggae.


3. Culture

Το συγκρότημα Culture ιδρύθηκε το 1976 από τους Τζόζεφ Χιλ, Άλμπερτ Γουόκερ και Ρόι Ντέις, με τ' όνομα The African Disciples. Σύντομα άλλαξαν τ' όνομά τους και έγιναν μια από τις πιο επιτυχημένες roots reggae μπάντες στη χώρα τους. Κάποια τραγούδια τους μάλιστα έγιναν αγαπητά στο Ηνωμένο Βασίλειο, επηρεάζοντας το κίνημα της punk. Θεωρείται από πολλούς ένα από τα πιο αυθεντικά reggae συγκροτήματα.


2. Gregory Isaacs (1951 - 2010)

Ο Γκρέγκορι Άιζακς είναι κατά κοινή ομολογία ο μελωδικότερος τραγουδιστής της reggae. Μπήκε για πρώτη φορά σε στούντιο ηχογράφησης σε ηλικία 17 χρονών και η καριέρα του πήρε την ανιούσα στις αρχές της δεκαετίας του 1970. Όχι πολύ αργότερα, απέκτησε φήμη και στη Μεγάλη Βρετανία. Παρά τα προβλήματά του με την κοκαΐνη και το κρακ, συνέχισε να βγάζει επιτυχημένους δίσκους μέχρι λίγο πριν το θάνατό του από καρκίνο.


1. Bob Marley (1945 - 1981)

Ποιον άλλο περίμενες; Ο άνθρωπος που βοήθησε όσο κανείς τη reggae να εξαπλωθεί σε όλη τη Γη και που πλέον έχει γίνει συνώνυμος του είδους. Αναμφισβήτητα ο σπουδαιότερος στιχουργός και συνθέτης της reggae, ο Μπομπ Μάρλεϊ έζησε μια ζωή χωρίς παρατράγουδα, πιστεύοντας βαθιά στο Ρασταφαριανισμό. Αυτό σε συνδυασμό με τα επαναστατικά του τραγούδια, τον έχει καταστήσει έναν από τους σημαντικότερος μουσικούς όλων των εποχών και κυρίως ένα πρότυπο προς μίμηση.

Δευτέρα 28 Απριλίου 2014

Το Μπλουζ Ημερολόγιο του Ζητιάνου (?)

Αυτή είναι κατά προσέγγιση η μετάφραση του ονόματος μιας ελληνικής hard rock μπάντας, αγγλιστί Beggar's Blues Diary. Επηρεασμένη από διάφορους ξένους καλλιτέχνες, όπως οι Motörhead, οι The Answer και ο Joe Bonamassa, χαρακτηρίζεται από φρέσκο όσο και κλασικό ήχο, κάτι που έχει ανάγκη η ελληνική μέταλ-ροκ σκηνή.

Από αριστερά προς δεξιά:
Chili (μπάσο), Γιάννης Πασσάς (φωνητικά, κιθάρα), Άγγελος Τάνης (ντραμς)
Οι Beggar's Blues Diary ιδρύθηκαν το 2009 στην Αθήνα. Τα ιδρυτικά μέλη, Γιάννης Πασσάς και Chili είχαν ξανάσυνεργαστεί στο παρελθόν σε άλλα σχήματα. Δύο χρόνια αργότερα κυκλοφόρησαν τον πρώτο τους δίσκο, Back to the Basics..., ο οποίος περιέχει μερικά από τα γνωστότερα τραγούδια τους και έγινε επιτυχία σε Ελλάδα και Κύπρο. Το επόμενο άλμπουμ τους, The Truth, βγήκε στις αρχές του 2013 και είναι η πιο επιτυχημένη εμπορικά δουλειά τους. Περιέχει κομμάτια όπως τα Not my War και Truth. Τον περασμένο μήνα κυκλοφόρησε ο τελευταίος τους δίσκος, ονόματι Desperate Rock 'n' Roll. Όπως και ο προηγούμενος ήταν διαθέσιμος και σε βινύλιο. Ο Γιάννης Πασσάς γράφει τη μουσική και του στίχους.


Όπως καταλαβαίνεις, my dear reader, πρόκειται για μια δυναμική μπάντα με πολύ μέλλον μπροστά της. Το χαρακτηριστικό, ωστόσο, που την κάνει αγαπητή είναι τα live της. Έχουν κυριολεκτικά οργώσει την Ελλάδα, αλλά και την Κύπρο, παίζοντας όπου και όποτε μπορούν. Σύμφωνα με το επίσημο σάιτ τους, έχουν εμφανιστεί σε περισσότερα από 150 συναυλίες. Η λίστα με τα μέρη που έχουν παίξει είναι πραγματικά εντυπωσιακή: Αθήνα (από Νέα Σμύρνη και Ηλιούπολη, μέχρι Γλυφάδα και Γκάζι), Θεσσαλονίκη, Λάρνακα, Κοζάνη, Σαλαμίνα, Πάτρα, Λευκωσία, Θήβα, Χανιά, Νάξος, Δονούσα, Ικαρία και πολλά πολλά άλλα.

Έχουν εμφανιστεί με άλλα δύο ελληνικά σχήματα, τους Planet of Zeus και The Big Nose Attack, ήταν δε support group στους Dan Reed Network, The Godfathers και Thin Lizzy. Οι αμέτρητες συναυλίες είναι ένα παραπάνω από αξιέπαινο γεγονός και σίγουρα τους καθιστά ένα από τα πιο αγαπητά συγκροτήματα της εγχώριας σκηνής.




Σάββατο 1 Μαρτίου 2014

Ο Νέος Δίσκος (περίπου) του Johnny Cash

Όχι, δεν πρόκειται για κάποιο κακόγουστο αστείο. Μέσα στο Μάρτη θα κυκλοφορήσει ο δίσκος Out Among the Stars του μεγάλου Αμερικανού μουσικού Τζόνι Κας. Το άλμπουμ αυτό περιλαμβάνει δώδεκα τραγούδια, που κανείς δεν έχει ακούσει. Πώς γίνεται αυτό όμως;


Στις αρχές της δεκαετίας του 1980 ο Τζόνι Κας είχε ηχογραφήσει διάφορα τραγούδια για την Columbia Records, τα οποία ωστόσο ποτέ δεν κυκλοφόρησαν και τελικά ξεχάστηκαν σε κάποιο σκονισμένο ράφι. Τα τραγούδια αυτά, λοιπόν, ανακάλυψε το 2012 ο γιος του θρυλικού μουσικού, Τζον Κάρτερ Κας, και θα κυκλοφορήσουν στις 25 Μαρτίου του 2014 από την Legacy Recordings.

Όπως είναι φυσικό, το Out Among the Stars θεωρείται (δικαίως) ένα από τα πιο αναμενόμενα άλμπουμ της χρονιάς. Παρόλα αυτά, είναι αρκετά δύσκολο έως αδύνατο ν' ακούσει κανείς τα τραγούδια, εκτός από το She Used to Love me a Lot, το οποίο κυκλοφόρησε την Πρωτοχρονιά ως single.

Τρίτη 18 Φεβρουαρίου 2014

Skip James - Ο Μπλούζμαν από την Μπεντόνια

Ο Nehemiah Curtis "Skip" James (Νιεμάια Κέρτις "Σκιπ" Τζέιμς) ήταν μουσικός της μπλουζ, ένας από τους σημαντικότερους εκπροσώπους των Delta blues* και του είδους γενικότερα. Τραγουδούσε, έπαιζε κιθάρα και πιάνο και έγραφε τους στίχους των τραγουδιών του. Η αρχή της καριέρας του συνέπεσε με την Οικονομική Ύφεση του 1929 και για μεγάλο χρονικό διάστημα έμεινε στην αφάνεια. Πολλά χρόνια αργότερα οι ηχογραφήσεις του "ανακαλύφθηκαν" και με τον τρόπο αυτό βοήθησε την αναγέννηση των μπλουζ.

Τα πρώτα χρόνια

Ο Τζέιμς γεννήθηκε to 1902 στην Μπεντόνια, μια μικρή πόλη στην Πολιτεία του Μισισίπι. Μεγάλωσε σε μια φυτεία, το μόνο παιδί ενός ιερέα, πρώην λαθρέμπορα οινοπνευματωδών ποτών. Αργότερα, μιλούσε τόσο με απαξιωτικά, όσο και νοσταλγικά λόγια για τη ζωή του στη φυτεία. Ο μικρός Σκιπ** μεγάλωσε σε ένα περιβάλλον με έντονο το στοιχείο της μουσικής, καθώς ο πατέρας του έπαιζε κιθάρα και όργανο.

Η μοναδική φωτογραφία του Σκιπ Τζέιμς στα νιάτα του
Στην ηλικία των οχτώ απέκτησε την πρώτη του κιθάρα και επηρεαζόμενος από μουσικούς της περιοχής του, εξελίχτηκε σε αυτοδίδακτο μουσικό. Στις αρχές της δεκαετίας του 1920 έγινε εργάτης σε κατασκευές αντιπλημμυρικών αναχωμάτων και έγραψε το πρώτο του τραγούδι (Illinois Blues) σχετικά με τις εμπειρίες του. Αργότερα, έγινε αγρολήπτης και έμπορος παράνομου ουίσκι. Στο διάστημα αυτό ανέπτυξε το παίξιμο κιθάρας με τρία δάκτυλα, μια τεχνική που τον χαρακτηρίζει ως μουσικό. Εκτός αυτού ξεκίνησε να παίζει πιάνο, εμπνεόμενος από τον μπλούζμαν Little Brother Montgomery.

Η αρχή και το (προσωρινό) τέλος της καριέρας

Το ταλέντο του Τζέιμς αναγνωρίστηκε από τον μουσικό παραγωγό H.C. Speir, γνωστό για την προώθηση πολλών άλλων σπουδαίων μορφών της μπλουζ, όπως των Τσάρλι Πάτον και Ρόμπερτ Τζόνσον. Το 1931, με μόνες αποσκευές μια κιθάρα και $13, ταξίδεψε στο Ουισκόνσιν, όπου ηχογράφησε 17 κομμάτια για την Paramount Records. Ακολουθώντας το πνεύμα της εποχής, ηχογράφησε και μερικά σπιρίτσουαλς, «ανακατεύοντας» σε αρκετά τραγούδια τα δύο είδη. Επιπλέον, πέρα από τις δικές του συνθέσεις ηχογράφησε και επανεκτελέσεις. Πολλά από εκείνα τα τραγούδια, συμπεριλαμβανομένων των Hard Time Killing Floors, Devil Got my Woman και 22-20 Blues, θεωρούνται σήμερα κλασικά τραγούδια της μπλουζ.


Λόγω της οικονομικής κρίσης, αποκόμισε ελάχιστα οικονομικά οφέλη, ενώ παράλληλα πολύ λίγα αντίτυπα των δίσκων του πωλήθηκαν. Ως αποτέλεσμα δε γνώρισε την αναγνώριση από το ευρύ κοινό και απογοητευμένος εγκατέλειψε τη μουσική. Εργάστηκε ως ιερέας στο Ντάλας, αλλά και ως εργάτης σε διάφορες βιομηχανίες του Μισισίπι.

Επανανακάλυψη και τελευταία χρόνια

Το 1964, πάνω από τριάντα χρόνια μετά τη θρυλική εκείνη ηχογράφηση, ο Τζέιμς ανακαλύφθηκε από τους Henry Vestine, John Fahey και Bill Barth, οι οποίοι ήταν οι ίδιοι μουσικοί και οπαδοί των μπλουζ. Τον Ιούλιο του ίδιου χρόνου τραγούδησε στο σημαντικό Newport Folk Festival, με άλλους μπλούζμεν που είχαν «επανακαλυφθεί» πρόσφατα. Η εκ νέου ανακάλυψη του Τζέιμς και του Son House, που έγινε κι αυτή το 1964, αποτελεί σύμφωνα με πολλούς την αρχή της αναγέννησης των μπλουζ.


Στα μέσα της δεκαετίας ο Τζέιμς επανήλθε στα στούντιο, έχοντας πολλά νέα κομμάτια, αλλά και επανεκτελέσεις παλαιότερων δημιουργιών του. Ηχογράφησε δύο δίσκους (Today, Devil Got my Woman) που σημείωσαν αξιοσημείωτη εμπορική επιτυχία. Ο Τζέιμς πέθανε από καρκίνο τον Οκτώβρη του 1969 στη Φιλαδέλφεια, όπου είχε εγκατασταθεί τρία χρόνια πριν.

Προσωπικότητα

Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει ο χαρακτήρας του Σκιπ Τζέιμς. Έχει χαρακτηριστεί εγωμανής, ιδιαίτερα στο καλλιτεχνικό κομμάτι. Σπανίως αντάλλασσε απόψεις με άλλους μπλούζμεν. Συνήθιζε δε να παίζει το ίδιο τραγούδι με διαφορετικό τρόπο κάθε φορά, ώστε να μην μπορούν να το αντιγράψουν. Είχε λάβει μια στοιχειώδη εκπαίδευση. Ανέπτυξε όμως έναν κάπως στομφώδη τρόπο ομιλίας, ενώ θεωρούσε τον εαυτό του κινούμενη εγκυκλοπαίδεια.

Επιπροσθέτως, ήταν απόμακρος και κυκλοθυμικός. Σύμφωνα με τον Dick Spottswood, βιογράφο του, ο Τζέιμς «μπορούσε να είναι λιακάδα ή αστραπές και βροντές, αναλόγως το καπρίτσιο της στιγμής».

Κληρονομιά

Η επιρροή του Σκιπ Τζέιμς στη μουσική θεωρείται τεράστια. Μόνο και μόνο οι καλλιτέχνες της μπλουζ που επηρεάστηκαν ή έκαναν cover τα τραγούδια του, είναι αναρίθμητοι. Μεταξύ άλλων, είναι οι Ρόμπερτ Τζόνσον, Μάντι Γουότερς, Έλμορ Τζέιμς και Τζον Λι Χούκερ, μερικές από τις πιο αναγνωρίσιμες μορφές των μπλουζ.

Ο Skip James και ο συνάδελφος μπλούζμαν Mississippi John Hurt
Πολλοί είναι και οι μουσικοί άλλων ειδών, που χαρακτηρίζουν τον Τζέιμς ως σημαντική επιρροή. Διάφορα τραγούδια του έχουν γίνει cover, όπως τα He's a Mighty Good Leader (Beck) και I'm so Glad (Cream και Deep Purple). Το αγγλικό συγκρότημα 22-20s πήρε τ' όνομά του από το τραγούδι του 22-20 Blues. Ο τραγουδιστής Dion DiMucci κυκλοφόρησε το 2007 έναν δίσκο ονόματι Son of Skip James, ενώ oι Hope of the States κυκλοφόρησαν το τραγούδι Nehemia, εμπνευσμένο από τη ζωή του Τζέιμς. Ο Alan Wilson, τραγουδιστής των Canned Heat, τον θεωρεί ως τη σημαντικότερη επιρροή του στο στυλ τραγουδιού. Ο ίδιος είχε δηλώσει το 1965 πως ο Τζέιμς «είναι μακράν ο σπουδαιότερος τραγουδιστής της μπλουζ σήμερα». Τραγούδια του Τζέιμς έχουν εμφανισθεί και στη μεγάλη οθόνη.

_____ _____ _____
* Τα Delta blues αποτελούν ένα από τα παλαιότερα στυλ των μπλουζ. Αναπτύχθηκε στο βορειοδυτικό μέρος της πολιτείας του Μισισίπι, ανάμεσα στους ποταμούς Μισσισσιππή και Γιαζού, μια περιοχή γνωστή για την έντονη παρουσία της Αφρο-αμερικανικής κουλτούρας.

** Σύμφωνα με τον ίδιο, ποτέ δεν ασχολούνταν με κάτι ενδελεχώς ή για πολύ διάστημα και γι' αυτό ακριβώς του έβγαλαν το παρατσούκλι «Skip» (στ' αγγλικά σημαίνει πηδάω ή παραλείπω).

Δευτέρα 20 Ιανουαρίου 2014

Viza - Το Διαβατήριο στον Κόσμο της Μουσικής

Οι Viza το 2012
Πιθανώς ελάχιστοι είναι αυτοί που έχουν ακούσει οτιδήποτε σχετικά με το αμερικανικό (περίπου) συγκρότημα Viza. Η μπάντα αυτή, που σχηματίστηκε στο Λος Άντζελες το 2000, αναμειγνύει ροκ ακούσματα με τις μουσικές παραδόσεις διαφόρων χωρών. Ο Serj Tankian, τραγουδιστής και frontman των System of a Down, τους θεωρεί ένα από τα πιο μοναδικά και ενδιαφέροντα συγκροτήματα που έχει γνωρίσει. Πέρα, όμως, από τον αναπάντεχα ωραίο ήχο τους, οι Viza παρουσιάζουν άλλο ένα ενδιαφέρον: ο τραγουδιστής τους είναι Έλληνας. Αλλά ας πάρουμε τα πράγματα από την αρχή.

Η μπάντα δημιουργήθηκε όταν ο τραγουδιστής (με το μάλλον περίεργο καλλιτεχνικό όνομα K'noup Tomopoulos) συνάντησε διάφορους Αρμένιους μουσικούς, αφότου μετακόμισε από τη Νέα Υόρκη στο Λος Άντζελες. Το νέο σχήμα ονομάστηκε Viza (ή VIZA) «γιατί είναι το διαβατήριο του ήχου», όπως έχει δηλώσει ο ίδιος. Κυκλοφόρησαν την πρώτη τους δουλειά το 2001 και την επόμενη μόλις το 2006. Έκτοτε έχουν βγάλει τρεις δίσκους και δύο singles. Μέσα στο 2014 αναμένεται να κυκλοφορήσουν το νέο τους άλμπουμ, ονόματι Aria.

Το συγκρότημα έχει δώσει πολλές συναυλίες, κυρίως σε Ηνωμένες Πολιτείες και Ευρώπη. Έχει δε λάβει μέρος σε σημαντικά φεστιβάλ μουσικής, όπως το ουγγρικό Sziget Festival και το δικό μας Rockwave (2011). Το καλοκαίρι του 2010 ήταν supportive group του ευρωπαϊκού τουρ του Tankian και επισκέφτηκαν πόλεις όπως το Γερεβάν, την Αθήνα, το Αμβούργο, τη Ζυρίχη, το Παρίσι και τη Μπολόνια. Ένα χρόνο αργότερα ξεκίνησαν νέες συναυλίες σε Αμερική και Ευρώπη, ενώ ακολούθησαν άλλα δύο ευρωπαϊκά τουρ.

Από το βίντεο κλιπ του τραγουδιού Trans-Siberian Standoff
Ο ήχος των Viza είναι ομολογουμένως πρωτότυπος. Επηρεασμένος από τη ροκ μουσική και τις ελληνικές, αρμενικές και ρωσικές μουσικές παραδόσεις, είναι μάλλον ευχάριστος και συχνά παιχνιδιάρικος. Πολλοί τους κατατάσσουν το λεγόμενο gypsy punk είδος. Όπως εύστοχα έχει επισημάνει το αμερικανικό Metal Hammer, αποτελούν συνδυασμό των System of a Down και των Gogol Bordelo. Δεν είναι και λίγες οι φορές που οι στίχοι τους είναι σατυρικοί ως προς το κοινωνικό γίγνεσθαι των ΗΠΑ.

Μετά από κάποιες χαοτικές αλλαγές στη σύνθεση της μπάντας, σήμερα οι Viza αποτελούνται από τους: K'noup Tomopoulos (φωνητικά, δωδεκάχορδη κιθάρα), Orbel Babayan (ηλεκτρική κιθάρα, ταρ, σαζ, φωνητικά), Shant Bismejian (ηλεκτρική κιθάρα), Andrew Kzirian (ούτι, φωνητικά), Alex Khatcherian (μπάσο), Chris Daniel (ντραμς), Jivan Gasparyan Jr. (ντουντούκ, ζουρνάς).

Ο K'noup εν δράσει
Και τώρα, λίγα λόγια για τον τραγουδιστή της μπάντας... Ο K'noup Tomopoulos (κατά κόσμο Παντελής Θωμόπουλος) γεννήθηκε στην Καστοριά και ήταν μόλις τριών μηνών όταν οι γονείς του αποφάσισαν να ξενιτευτούν για ένα καλύτερο μέλλον. Όταν έδινε τις πρώτες του συναυλίες στο νεοϋορκέζικο  club CBGBG’s ένας θεατής τον αποκάλεσε K’noup, εξηγώντας του ότι του θύμιζε κουνούπι και πως κάθε φορά που τον ακούει τον πιάνει φαγούρα. Έχει όνειρο ζωής να γράψει κάποιο βιβλίο, ενώ θέλει (και δε θεωρεί απραγματοποίητο) να κάνει μια εμφάνιση κάτω από τον Ιερό Βράχο της Ακρόπολης.

Ακολουθούν κάποια από τα γνωστότερα τραγούδια των Viza...